Το πουλί που βλέπετε στη φωτογραφία αριστερά, λέγεται στα γαλλικά tourterelle turque, παναπεί τούρκικο τρυγόνι. Όμως δεν είναι τρυγόνι, ούτε τούρκικο άλλωστε, είναι η γνωστή μας δεκοχτούρα. Κανονικά δεν θα έγραφα σήμερα για το θέμα αυτό, διότι εγώ πάσχω από απτηνοψία και δεν μπορώ να ξεχωρίσω παρά ελάχιστα πουλιά (σπουργίτια, κότες, περιστέρια, στρουθοκάμηλες), αλλά ο φίλος Μπουκανιέρος είχε κάποιες ορνιθολογικές απορίες κι έτσι πιάσαμε κουβέντα, οπότε σας παρουσιάζω τα πορίσματα.
Ο Μπουκανιέρος, ο οποίος ως γνωστόν γεννήθηκε στην Κέρκυρα, όσο ζούσε, παιδί, στο νησί δεν το είχε δει, κι όταν ήρθε, έφηβος, στην Αθήνα, αναρωτήθηκε αν έτσι καχεκτικά είναι τα αθηναϊκά περιστέρια. Του εξήγησαν τότε ότι είναι η δεκοχτούρα, η οποία ονομάστηκε έτσι επειδή η φωνή της μοιάζει με το “δεκαοχτώ”. Απ’ ό,τι λέει μάλιστα, στην πόλη τουλάχιστον της Κέρκυρας ακόμα και σήμερα δεν έχει εντοπίσει δεκοχτούρα. Πάντως, ομολογεί ότι δεν βρίσκει ιδιαίτερη ομοιότητα ανάμεσα στο κου-κου-κου της δεκοχτούρας και στο δεκαοχτώ.
Το πιο περίεργο, λέει ο Μπουκανιέρος, είναι πως η δεκοχτούρα δεν ονομάζεται έτσι μόνο στα ελληνικά. Η επιστημονική της ονομασία, στα νεολατινικά, είναι Streptopelia decaocto. Η πρώτη λέξη είναι σύνθετο κατασκεύασμα από το στρεπτός ή το στρεπτόν, που ήταν στ’ αρχαία ο δακτύλιος, το κολάρο, και το πέλεια που θα πει περιστέρι στα αρχαία, λοιπόν περιστέρι με κολάρο, όπως άλλωστε είναι και η αγγλική ονομασία της δεκοχτούρας, collared dove. Το όνομα Streptopelia decaocto δεν το έδωσε κάποιος Έλληνας, αλλά ο Ούγγρος φυσιοδίφης Ίμρε Φριβάλντσκι, που ταξίδεψε στην Οθωμανική αυτοκρατορία και περιέγραψε τα πουλιά της περιοχής. Αυτό έγινε το 1838. Να πούμε ότι έως τα τέλη του 19ου αιώνα οι δεκοχτούρες δεν υπήρχαν στην Ευρώπη, ζούσαν σε μια περιοχή μεταξύ Ινδίας και Τουρκίας. Το 1900 με 1920 επεκτάθηκαν στα Βαλκάνια και μετά στην βορειοδυτικότερη Ευρώπη -π.χ. το 1970 έφτασαν στις Φερόες.
Επειδή λοιπόν στην Ευρώπη έφτασε από την Τουρκία, λογικά οι Γάλλοι το είπαν tourterelle turque, τούρκικο τρυγόνι, ενώ οι Γερμανοί Türkentaube, τουρκοπερίστερο. Στα ουγγαρέζικα λέγεται Balkani gerle, βαλκανικό περιστέρι -αλλά γιατί ο Φριβάλντσκι το ονόμασε Streptopelia decaocto; Την ομοιότητα της φωνής του με το δεκαοχτώ την αντιλαμβάνονται μόνο οι ελληνόφωνοι, φυσικά, κι ο Φριβ. ελληνικά μάλλον δεν ήξερε (και δη νέα ελληνικά). Βέβαια, αφού συνάντησε στη Μικρασία το πουλί μπορεί ο πληροφορητής του να ήταν Έλληνας και να του επισήμανε την ομοιότητα. Αυτή είναι η πιθανότερη εξήγηση. Πάντως στα τούρκικα η δεκοχτούρα λέγεται "kumru", που δεν ξέρω πώς ετυμολογείται, ενώ στις σλάβικες βαλκανικές γλώσσες λέγεται "γκουγκούτκα" ή κάπως έτσι, προφανώς από ονοματοποιία της κραυγής της. Γκουγκουφτούρα το ξέρει η φίλη Μαρία από τα Σέρρας, που πρέπει να είναι πάντρεμα της βουλγάρικης ονομασίας με τη δεκοχτούρα, μπορεί να είναι και καθαρή ονοματοποιία, ίσως στα σερραϊκά το κου-κου-κου να μην ακούγεται δεκαοχτώ αλλά γκουγκούφτου.
Φυσικά, υπάρχει και μύθος για τη δεκοχτούρα, ή μάλλον μύθοι. Αντιγράφω από τις Παραδόσεις του Νικ. Πολίτη:
344- Η ΔΕΚΟΧΤΟΥΡΑ. Ήταν ένα αρφανό κορίτσι και είχε κακή μητριά. Μια φορά που εζύμωσαν, την έστειλε να πάει το ψωμί στο φούρνο. Ήταν δεκοχτώ καρβέλια. Όταν εψήθησαν και τα ‘φερε το κορίτσι από το φούρνο, η μητριά της την αδικόβαλε πως έφαγε ένα καρβέλι, γιατί ήσαν δεκαννιά και έφερε δεκοχτώ. Το καημένο το κορίτσι έλεγε πως δεκοχτώ ήσαν τα ψωμιά, εκείνη η σκύλα τίποτα, και της έκανε χίλια δυο μαρτύρια για το καρβέλι που έχασε τάχατες. Από το μεγάλο της κακό, παρακαλέστηκε το κορίτσι στο Θεό να τη γλιτώσει, και ο Θεός την έκαμε δεκοχτούρα. Γι' αυτό κράζει πάντα «Δεκοχτώ!» — τάχα πως τα ψωμιά ήσαν δεκοχτώ κι όχι δεκαννιά. (ΠΟΛΛΑΧΟΥ)
345. Η ΔΕΚΟΧΤΟΥΡΑ. Ήσανε μια φορά δυο συννυφάδες, είχανε και την πεθερά τους. Μια ημέρα η μια συννυφάδα εζύμωσε είκοσι καρβέλια ψωμί, και όταν έγινε, άναψε το φούρνο, τον έκαψε καλά, τον επάνισε και έριξε το ψωμί. Όταν εψήθη και το ‘βγανε από το φούρνο, επήρε κρυφά δυο καρβέλια και τα ‘δωσε τ’ αγαπητικού της. Με ολίγη ώρα, τ’ αναζητήσανε η πεθερά και η άλλη συννυφάδα, που λείπανε. Τη ρωτάνε: «Τι έγινε το ψωμί; Λείπουν δυο καρβέλια. Ήσαν είκοσι, και τώρα είναι δεκοχτώ». «Δεκοχτώ ήσανε» έλεγε κείνη, «όχι είκοσι!»
Έτσι η πεθερά της εθύμωσε και την καταράσθη, και έγινε πουλί πετούμενο και φωνάζει ώς τα σήμερα: «Δεκοχτώ, δεκοχτώ, δεκοχτώ!» Εξαιτίας τούτου τη λένε και δεκοχτούρα. (ΚΟΡΙΝΘΙΑ)
346. Η ΔΕΚΟΧΤΟΥΡΑ. Μια δασκάλισσα έστειλε μια φορά ένα κορίτσι από το σκολειό να της αγοράσει μετάξι πράσινο, κι εκείνο ξέχασε και της έφερε από άλλο χρώμα. Την έστειλε και πάλι, και πάλι το ίδιο. Θύμωσε η δασκάλισσα, και περνάει τη θηλιά της κλωστής στο λαιμό του κοριτσιού. Το κορίτσι τότε παρακάλεσε το Θεό να την κάμει πουλί, και την έκαμε δεκοχτούρα. Γι' αυτό όλο κλαίει και έχει στο λαιμό της μαύρη κορδέλα· αυτή είναι η θηλιά. (ΣΤΕΝΗΜΑΧΟΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ)
Πρόκειται βέβαια για αιτιολογικούς μύθους, που εξηγούν εκ των υστέρων το όνομα του πουλιού. Το αξιοσημείωτο που βρίσκω είναι πως οι Παραδόσεις του Πολίτη εκδόθηκαν το 1904, το υλικό πρέπει να είχε συγκεντρωθεί νωρίτερα, άρα σε μια εποχή που, κατά τους επιστήμονες, οι δεκοχτούρες δεν είχαν φτάσει στην Ευρώπη. Βέβαια, μπορεί να τις ήξεραν από τη Μικρασία, μπορεί πάλι να έπεσαν καμιά εικοσαριά χρόνια έξω οι επιστήμονες και να υπήρχαν δεκοχτούρες στην Πελοπόννησο από το 1870 -διότι για να δημιουργηθεί μια παράδοση δεν θέλει αιώνες, και μια γενιά αρκεί, το είδαμε και με το κρυφό σχολειό.
Δυστυχώς δεν έχω τον δεύτερο τόμο των Παραδόσεων, όπου ο Πολίτης κάνει ανάλυση των μύθων (στον πρώτο τόμο τους παραθέτει ξερούς και ρέκαλους), για να δω αν έχει καμιά πληροφορία για τη δεκοχτούρα. Ούτε μπόρεσα να βρω το βιβλίο του Φριβάλντσκι, αλλά και να το έβρισκα είναι στα ουγγρικά γραμμένο. Όποιος ξέρει κάτι περισσότερο, ας πει, ώστε να βεβαιωθούμε για το πώς ονομάστηκε decaocto το τούρκικο τρυγόνι που φωνάζει “δεκαοχτώ”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου