Το Τρυγόνι (Streptopelia turtur) είναι το μοναδικό μεταναστευτικό περιστεροειδές της Ευρώπης και από τα είδη πουλιών με την πιο ραγδαία πληθυσμική μείωση. Περνά λιγότερο από το μισό του ετήσιου κύκλου του στην Ευρώπη, φτάνοντας στην Αγγλία για να αναπαραχθεί στα τέλη Απριλίου – αρχές Μαίου, προτού αναχωρήσει και πάλι για τις περιοχές διαχείμασής του στην άγονη Υποσαχάρια Δυτική Αφρική κατά τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο.
Στο ξεκίνημα του 20ού αιώνα, τα τρυγόνια εξακολουθούσαν εμφανώς να αυξάνονται σε εξάπλωση και αριθμό, αλλά ήδη από τη δεκαετία του 1980 άρχισαν οι αναφορές σχετικά με μειώσεις ανώτερες του 50% των πληθυσμών τους σε Βρετανία, Γαλλία και Ρουμανία παρόλο που οι πληθυσμοί στα υπόλοιπα μέρη της Ευρώπης εμφανίζονταν σταθεροί. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ο πληθυσμός του είδους παρουσίασε ραγδαία μείωση με απώλειες ύψους 95% τα τελευταία 40 χρόνια (1970-2011) και μείωση κατά 51% μόνο τα τελευταία 5. Συνολικά στην Ευρώπη έχει καταγραφεί μείωση της τάξεως του 73% μεταξύ 1980 και 2011, με το είδος να χαρακτηρίζεται ως Τρωτό στον Κόκκινο Κατάλογο Απειλούμενων Ειδών της Ε.Ε..
Αναμφίβολα, η πτωτική αυτή τάση προκαλεί ανησυχία. Παρόλο που σε αρκετές περιπτώσεις οι πληθυσμοί των πουλιών σταθεροποιούνται ύστερα από μια περίοδο ραγδαίας μείωσης, δε φαίνεται να συμβαίνει το ίδιο και με τα τρυγόνια. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Τρυγόνι βρίσκεται στο όριο της εξάπλωσής του, όμως τα δεδομένα του Πανευρωπαϊκού Προγράμματος Παρακολούθησης Κοινών Ειδών Πουλιών (PECBMS) υποδεικνύουν ότι ανάλογες μειώσεις υφίστανται σε όλη την ήπειρο, υποδηλώνοντας ίσως ότι οι ανησυχητικά μικροί αριθμοί που παρατηρούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν προειδοποίηση για το τι μέλλει γενέσθαι για τα τρυγόνια και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Σύμφωνα με έρευνα που διενεργήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, διαπιστώθηκε ότι παρόλο που τα ποσοστά επιτυχίας φωλιάσματος παρέμειναν στην πλειονότητά τους σταθερά από τη δεκαετία του 1960 μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο μέσος αριθμός προσπαθειών αναπαραγωγής κάθε καλοκαίρι από τρεις έως τέσσερις μειώθηκε σε μόλις μία ή δύο. Το πιθανότερο αίτιο για τη μείωση του αριθμού των προσπαθειών αναπαραγωγής είναι η μεγάλη μείωση μεταξύ των δεκαετιών του 1960 και 1980 των αροτραίων καλλιεργειών, οι καρποί των οποίων ήταν άλλοτε σημαντική πηγή τροφής για τα τρυγόνια.
Τα πουλιά από τη Δυτική Ευρώπη μεταναστεύουν σύμφωνα με έρευνες, μέσω της Ιβηρικής χερσονήσου και διαχειμάζουν στο Σάχελ, στη Δυτική Αφρική, ενώ τα πουλιά από την Ανατολική και την Κεντρική Ευρώπη μεταναστεύουν κατά κύριο λόγο μέσω Ιταλίας, Μάλτας, Κύπρου, Τυνησίας και Λιβύης, και πιθανόν να έχουν εύρος διαχείμασής πιο ανατολικά, στο Σουδάν, την Αιθιοπία και το Τσαντ. Το Τρυγόνι περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 11/2 της Οδηγίας της Ε.Ε. για τα Πουλιά και επομένως το κυνήγι του επιτρέπεται σε αρκετά κράτη μέλη της Ε.Ε. Συγκεκριμένα, το τρυγόνι αποτελεί περιζήτητο θήραμα σε Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Κύπρο, Μάλτα, Αυστρία και Πορτογαλία, που στο σύνολό τους είναι σημαντικές περιοχές στάθμευσης για το είδος κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής του. Το κυνήγι και η απώλεια βιοτόπων απειλούν σε σημαντικό βαθμό όσα πουλιά μεταναστεύουν μέσω των χωρών του Μαγκρέμπ και ειδικά μέσω Μαρόκου και Μαυριτανίας.
Στο Σχέδιο Διαχείρισης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το τρυγόνι 2007-2009, το οποίο έχουν συντάξει από κοινού φορείς προστασίας των πουλιών και κυνηγετικές οργανώσεις, προκύπτει ότι από τον πληθυσμό τρυγονιών που εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 3-6 εκατομμύρια ζευγάρια, τα οποία αναπαράγονται σε Ευρώπη και Ρωσία, το ετήσιο σύνολο θηραμάτων μόνο στα κράτη μέλη της Ε.Ε. είχε υπολογιστεί σε 2-3 εκατομμύρια πουλιά. Εάν αυτές οι εκτιμήσεις είναι ακριβείς τότε σε συνδυασμό με τη μείωση της αναπαραγωγικής ικανότητας του είδους, αλλά και της απώλειας των ενδιαιτημάτων του, είναι εμφανές ότι το κυνήγι έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις πρόσφατες μειώσεις των πληθυσμών.
Οι απειλές, σε κλίμακα τοπίου, στα ενδιαιτήματα που χρησιμοποιούνται από τα τρυγόνια στο εύρος διαχείμασής τους είναι περίπλοκες, καθώς σχετίζονται με ζητήματα επισιτιστικής ασφάλειας σε περιοχές με ραγδαία εξάπλωση ανθρώπινου πληθυσμού. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται αλλαγές στις χρήσεις γης ως επακόλουθο της μετατροπής ημιφυσικών χορτολιβαδικών εκτάσεων, θαμνοτόπων και δασών σε γεωργικές εκτάσεις εντατικής καλλιέργειας, γεγονός που σχετίζεται με την εγκατάλειψη παραδοσιακών πρακτικών καλλιέργειας και την άσκηση εντατικής βόσκησης.
Οι προσπάθειες για την προστασία του είδους πρέπει σύμφωνα με έρευνες να επικεντρωθούν στη διατήρηση κατάλληλων ενδιαιτημάτων για τροφοληψία και αναπαραγωγή. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στην αύξηση του αριθμού των αναπαραγωγικών προσπαθειών ανά ζεύγος και κατά συνέπεια του αριθμού των ικανών για πτήση νεαρών ατόμων. Εάν οι δοκιμές στο Ηνωμένο Βασίλειο επιτύχουν, μια πανευρωπαϊκή προσέγγιση στη συνέχεια μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις ωστόσο, είτε στην Ευρώπη είτε στην Αφρική, είναι προς το παρόν μικρής κλίμακας και χωρίς ουσιαστική υποστήριξη μέσω της αγροτικής πολιτικής. Επιπλέον, καθώς η ζήτηση για γεωργικά προϊόντα αυξάνεται παράλληλα με τον ανθρώπινο πληθυσμό, η κατάσταση απλώς θα επιδεινωθεί σε όλη την εξάπλωση του είδους μέσα στα επόμενα χρόνια. Εν τω μεταξύ, και δεδομένων των εξαιρετικά ραγδαίων και σημαντικών μειώσεων πληθυσμού, τα μέτρα διατήρησης με τις περισσότερες πιθανότητες άμεσων αποτελεσμάτων είναι η ενίσχυση της επιβολής της νομοθεσίας για την εξάλειψη της λαθροθηρίας και η υιοθέτηση εθελοντικού μορατόριουμ για το κυνήγι των τρυγονιών.
Είναι ζήτημα τόσο λογικής όσο και ευθύνης να τεθούν περιορισμοί σε οποιοδήποτε αίτιο θνησιμότητας των τρυγονιών μέχρις ότου ο πληθυσμός παρουσιάσει σημαντική ανάκαμψη.
Στο ξεκίνημα του 20ού αιώνα, τα τρυγόνια εξακολουθούσαν εμφανώς να αυξάνονται σε εξάπλωση και αριθμό, αλλά ήδη από τη δεκαετία του 1980 άρχισαν οι αναφορές σχετικά με μειώσεις ανώτερες του 50% των πληθυσμών τους σε Βρετανία, Γαλλία και Ρουμανία παρόλο που οι πληθυσμοί στα υπόλοιπα μέρη της Ευρώπης εμφανίζονταν σταθεροί. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ο πληθυσμός του είδους παρουσίασε ραγδαία μείωση με απώλειες ύψους 95% τα τελευταία 40 χρόνια (1970-2011) και μείωση κατά 51% μόνο τα τελευταία 5. Συνολικά στην Ευρώπη έχει καταγραφεί μείωση της τάξεως του 73% μεταξύ 1980 και 2011, με το είδος να χαρακτηρίζεται ως Τρωτό στον Κόκκινο Κατάλογο Απειλούμενων Ειδών της Ε.Ε..
Αναμφίβολα, η πτωτική αυτή τάση προκαλεί ανησυχία. Παρόλο που σε αρκετές περιπτώσεις οι πληθυσμοί των πουλιών σταθεροποιούνται ύστερα από μια περίοδο ραγδαίας μείωσης, δε φαίνεται να συμβαίνει το ίδιο και με τα τρυγόνια. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Τρυγόνι βρίσκεται στο όριο της εξάπλωσής του, όμως τα δεδομένα του Πανευρωπαϊκού Προγράμματος Παρακολούθησης Κοινών Ειδών Πουλιών (PECBMS) υποδεικνύουν ότι ανάλογες μειώσεις υφίστανται σε όλη την ήπειρο, υποδηλώνοντας ίσως ότι οι ανησυχητικά μικροί αριθμοί που παρατηρούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν προειδοποίηση για το τι μέλλει γενέσθαι για τα τρυγόνια και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Σύμφωνα με έρευνα που διενεργήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, διαπιστώθηκε ότι παρόλο που τα ποσοστά επιτυχίας φωλιάσματος παρέμειναν στην πλειονότητά τους σταθερά από τη δεκαετία του 1960 μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο μέσος αριθμός προσπαθειών αναπαραγωγής κάθε καλοκαίρι από τρεις έως τέσσερις μειώθηκε σε μόλις μία ή δύο. Το πιθανότερο αίτιο για τη μείωση του αριθμού των προσπαθειών αναπαραγωγής είναι η μεγάλη μείωση μεταξύ των δεκαετιών του 1960 και 1980 των αροτραίων καλλιεργειών, οι καρποί των οποίων ήταν άλλοτε σημαντική πηγή τροφής για τα τρυγόνια.
Τα πουλιά από τη Δυτική Ευρώπη μεταναστεύουν σύμφωνα με έρευνες, μέσω της Ιβηρικής χερσονήσου και διαχειμάζουν στο Σάχελ, στη Δυτική Αφρική, ενώ τα πουλιά από την Ανατολική και την Κεντρική Ευρώπη μεταναστεύουν κατά κύριο λόγο μέσω Ιταλίας, Μάλτας, Κύπρου, Τυνησίας και Λιβύης, και πιθανόν να έχουν εύρος διαχείμασής πιο ανατολικά, στο Σουδάν, την Αιθιοπία και το Τσαντ. Το Τρυγόνι περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 11/2 της Οδηγίας της Ε.Ε. για τα Πουλιά και επομένως το κυνήγι του επιτρέπεται σε αρκετά κράτη μέλη της Ε.Ε. Συγκεκριμένα, το τρυγόνι αποτελεί περιζήτητο θήραμα σε Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Κύπρο, Μάλτα, Αυστρία και Πορτογαλία, που στο σύνολό τους είναι σημαντικές περιοχές στάθμευσης για το είδος κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής του. Το κυνήγι και η απώλεια βιοτόπων απειλούν σε σημαντικό βαθμό όσα πουλιά μεταναστεύουν μέσω των χωρών του Μαγκρέμπ και ειδικά μέσω Μαρόκου και Μαυριτανίας.
Στο Σχέδιο Διαχείρισης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το τρυγόνι 2007-2009, το οποίο έχουν συντάξει από κοινού φορείς προστασίας των πουλιών και κυνηγετικές οργανώσεις, προκύπτει ότι από τον πληθυσμό τρυγονιών που εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 3-6 εκατομμύρια ζευγάρια, τα οποία αναπαράγονται σε Ευρώπη και Ρωσία, το ετήσιο σύνολο θηραμάτων μόνο στα κράτη μέλη της Ε.Ε. είχε υπολογιστεί σε 2-3 εκατομμύρια πουλιά. Εάν αυτές οι εκτιμήσεις είναι ακριβείς τότε σε συνδυασμό με τη μείωση της αναπαραγωγικής ικανότητας του είδους, αλλά και της απώλειας των ενδιαιτημάτων του, είναι εμφανές ότι το κυνήγι έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις πρόσφατες μειώσεις των πληθυσμών.
Οι απειλές, σε κλίμακα τοπίου, στα ενδιαιτήματα που χρησιμοποιούνται από τα τρυγόνια στο εύρος διαχείμασής τους είναι περίπλοκες, καθώς σχετίζονται με ζητήματα επισιτιστικής ασφάλειας σε περιοχές με ραγδαία εξάπλωση ανθρώπινου πληθυσμού. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται αλλαγές στις χρήσεις γης ως επακόλουθο της μετατροπής ημιφυσικών χορτολιβαδικών εκτάσεων, θαμνοτόπων και δασών σε γεωργικές εκτάσεις εντατικής καλλιέργειας, γεγονός που σχετίζεται με την εγκατάλειψη παραδοσιακών πρακτικών καλλιέργειας και την άσκηση εντατικής βόσκησης.
Οι προσπάθειες για την προστασία του είδους πρέπει σύμφωνα με έρευνες να επικεντρωθούν στη διατήρηση κατάλληλων ενδιαιτημάτων για τροφοληψία και αναπαραγωγή. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στην αύξηση του αριθμού των αναπαραγωγικών προσπαθειών ανά ζεύγος και κατά συνέπεια του αριθμού των ικανών για πτήση νεαρών ατόμων. Εάν οι δοκιμές στο Ηνωμένο Βασίλειο επιτύχουν, μια πανευρωπαϊκή προσέγγιση στη συνέχεια μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις ωστόσο, είτε στην Ευρώπη είτε στην Αφρική, είναι προς το παρόν μικρής κλίμακας και χωρίς ουσιαστική υποστήριξη μέσω της αγροτικής πολιτικής. Επιπλέον, καθώς η ζήτηση για γεωργικά προϊόντα αυξάνεται παράλληλα με τον ανθρώπινο πληθυσμό, η κατάσταση απλώς θα επιδεινωθεί σε όλη την εξάπλωση του είδους μέσα στα επόμενα χρόνια. Εν τω μεταξύ, και δεδομένων των εξαιρετικά ραγδαίων και σημαντικών μειώσεων πληθυσμού, τα μέτρα διατήρησης με τις περισσότερες πιθανότητες άμεσων αποτελεσμάτων είναι η ενίσχυση της επιβολής της νομοθεσίας για την εξάλειψη της λαθροθηρίας και η υιοθέτηση εθελοντικού μορατόριουμ για το κυνήγι των τρυγονιών.
Είναι ζήτημα τόσο λογικής όσο και ευθύνης να τεθούν περιορισμοί σε οποιοδήποτε αίτιο θνησιμότητας των τρυγονιών μέχρις ότου ο πληθυσμός παρουσιάσει σημαντική ανάκαμψη.
Dr. Danae Sheehan
Συντονίστρια του Προγράμματος για τα
Μεταναστευτικό Πουλιά
RSPB
πηγή: ΟΙΩΝΟΣ – Εξαμηνιαία έκδοση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας (ΕΟΕ) , http://dasarxeio.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου