Ο Ταΰγετος είναι το ψηλότερο βουνό της Πελοποννήσου και το δωδέκατο σε ύψος βουνό της Ελλάδας. Αποτελεί ένα τεράστιο ορεινό συγκρότημα, με κατεύθυνση Βορά - Νότου και πέντε μεγάλες κορφές, που είναι ο Προφήτης Ηλίας (2.407μ.), το Μαρμαρόκαστρο (2.228μ.), το Χαλασμένο Βουνό (2.203μ), η Νεραϊδοβούνα (2.031μ.) και το (Σπανακάκι (2.024μ.). Η διαμόρφωσή του αρχίζει χοντρικά από το υψίπεδο της Μεγαλόπολης και καταλήγει στη Μάνη, όπου προέκτασή του είναι το βουνό «Σαγιάς». Στα ανατολικά οι πλαγιές του πέφτουν απότομα προς τη Λακωνία. Η δυτική του πλευρά προς τη Μεσσηνία είναι πιο ομαλή, σχηματίζοντας ένα πλέγμα χαμηλότερων κορφών και λόφων.
Ο Ταΰγετος αποτελείται από ασβεστολιθικά πετρώματα, που είναι υδατοπερατά κι έτσι δεν έχει πολλές πηγές και ρέματα συνεχούς ροής. Οι ασβεστόλιθοι διαβρώνονται εύκολα από το νερό και τον άνεμο, με αποτέλεσμα ο Ταΰγετος να διαθέτει πολλά φαράγγια, χαράδρες, ορθοπλαγιές και σάρες που είναι τυπικοί βιότοποι για την ανάπτυξη ενδημικών και σπάνιων φυτών. Στον Ταΰγετο ευδοκιμούν 120 ενδημικά φυτά της Ελλάδας, από τα οποία 24 είναι αποκλειστικά ενδημικά του Ταϋγέτου (Ιατρού 1986).
Πολλά σπάνια και ενδημικά φυτά μπορούμε να δούμε στο φαράγγι της Λαγκάδας, που χωρίζει το βόρειο Ταΰγετο από το νότιο και που το διατρέχει ο δρόμος που ενώνει τη Σπάρτη με την Καλαμάτα. Ένα μικρότερο φαράγγι με εύκολο μονοπάτι και καταπληκτική θέα προς τη Λακωνία υπάρχει πάνω από το χωριό Παρόρι. Παλιό λιθόστρωτο μονοπάτι, με ωραία θέα, ξεκινάει και από το ορεινό χωριό Αναβρυτή, από όπου το 2010 ανακοινώθηκε ένα νέο είδος άγριας ορχιδέας, η Οφρύς του Ταϋγέτου (Ophrys taygetica). Παραδοσιακά λιθόστρωτα μονοπάτια διατηρούνται και στις χαράδρες της Κοσκαράκας και του Βυρού, στην πλευρά του μεσσηνιακού Ταΰγετου, όπου κι εκεί ευδοκιμούν ενδημικά αγριολούλουδα όπως η Φριτιλάρια η κωνική (Fritillaria conica) και η Σκίλλα η μεσσηνιακή (Scilla messeniaca). Γενικά, ένα καλό δίκτυο επαρχιακών και δασικών δρόμων, σε συνδυασμό με τα παλιά μονοπάτια, μας δίνουν τη δυνατότητα να απολαύσουμε τους φυσικούς βοτανικούς κήπους του Ταΰγετου στις πλαγιές, τα λιβάδια, τα φαράγγια και τις κορφές του.
Ο Ταΰγετος και ο Πάρνωνας είναι γεωλογικά τα παλαιότερα βουνά της Πελοποννήσου γιατί διατηρήθηκαν πάνω από τη θάλασσα, όταν η υπόλοιπη Πελοπόννησος καταβυθίστηκε πριν εκατομμύρια χρόνια. Από την εποχή που μια στεριά, η Αιγηίδα, ένωνε την Ελλάδα με τη Μικρά Ασία, διατηρούνται στον Ταΰγετο δύο είδη.
Το Θάλικτρον της Ανατολής (Thalictrum orientale) είναι ένα ασιατικό είδος. Η κύρια ζώνη εξάπλωσής του είναι η Νότια και Κεντρική Ανατολία, η Συρία και ο Λίβανος. Οι μοναδικοί πληθυσμοί του στην Ευρώπη βρίσκονται στο Ταΰγετο (και τον Πάρνωνα).
Ο αγριόκεδρος Γιουνίπερος ο δρυπώδης (Juniperus drupacea) ή Συριακή άρκευθος είναι ασιατικό είδος με εξάπλωση στη Νότια Ανατολία, τη Δυτική Συρία και το Λίβανο. Οι μοναδικές περιοχές στην Ευρώπη που φύεται είναι στο Ταΰγετο και τον Πάρνωνα, όπου σχηματίζει και μεγάλα δάση.
Εκτός από το δυτικότερο άκρο εξάπλωσης ασιατικών φυτών, ο Ταΰγετος αποτελεί και το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης βόρειων ειδών, όπως είναι το μαυρόπευκο (Pinus nigra) και o εντυπωσιακός κόκκινος κρίνος Λίλιο το χαλκηδονικό (Lilium chalcedonicum).
Πραγματικός παράδεισος είναι ο Ταΰγετος και για τις άγριες αυτοφυείς ορχιδέες. Στους ποικίλους βιότοπούς του συνυπάρχουν είδη που ευδοκιμούν στη βόρεια χώρα με είδη που βρίσκουμε στην Κρήτη. Σε χαμηλά και μεσαία υψόμετρα ανθίζει η ορχιδέα Οφρύς η λακωνική (Ophrys lacaena), η κρητική Οφρύς του Ηρακλείου (Ophrys candica), η Οφρύς της Αργολίδας (Ophrys argolica) που πλέον σπανίζει στην υπόλοιπη Πελοπόννησο, η Οφρύς του Σπρούνερ (Ophrys spruneri), η Οφρύς του Ρέϊνλοντ (Ophrys reincholdi) και πολλές άλλες ελληνικές ορχιδέες. Μεταξύ τους αναπτύσσονται και πολλά σπάνια φυσικά υβρίδια. Σε μεγαλύτερα υψόμετρα βρίσκουμε την Οφρύ του Γράμμου (Ophrys grammica) και την Οφρύ της Ήβης (Ophrys hebes). Πολλά ακόμα ορχεοειδή ανθίζουν στο Ταΰγετο, όπως η Πλαντάνθηρα η χλωρανθής (Platanthera chlorantha), η Ορχιδέα η επαρχιακή (Orchis provincialis), η Ανακαμπτίς η πυραμιδοειδής (Anacamptis pyramidalis), η Ορχιδέα η τρίδοντη (Neotinea tridentata) και η ακριβοθώρητη Επιπακτίδα του Χάλακσι (Epipactis halacsyi).
Σε υγρά μέρη και κυρίως κάτω από πλατάνια ανθίζει ο ενδημικός Γάλανθος της βασίλισσας Όλγας (Galanthus reginae olgae).
Στο Μυστρά, στο πλησιόχωρο φαράγγι της Λαγκάδας, στο εύκολα προσβάσιμο φαράγγι του Παροριού και γύρω από την Αναβρυτή μπορούμε να δούμε πολλά ενδημικά, όπως: Αθαμάνθα η αραχνοειδής (Athamantha arachnoidea), Οροβάγχη του Μπάουμαν (Orobanche baumanniorum), Κυκλάμινο το πελοποννησιακό (Cyclamen peloponnesiacum), Αγχουζέλα η ποικίλη (Anchusella variegata), Σαξιφράγκα του Ταΰγετου (Saxifraga taygetea), Κυμβαλάρια η μικροκάλυξ (Cymbalaria microcalyx), Όνοσμα το θαμνώδες (Onosma frutescens), Σύμφυτο το βολβώδες (Symphytum bulbosum), Κύαμος ο μελανόμορφος (Vicia melanops), Πρίμουλα η κοινή (Primula vulgaris), Λινάρι το ερυθρόχρωμο (Linum rubenscens).
Στα δάση των μαυρόπευκων και των έλατων ευδοκιμούν το Λίλιο το χαλκηδονικό (Lilium chalcedonicum), το Γεράνι το χνοώδες (Geranium lanuginosum) και πολλά ορχεοειδή.
Στη διαδρομή προς το καταφύγιο μπορούμε να δούμε: Δίανθος ο αιματώδης (Dianthus cruentus), Υπερικό του Ολύμπου (Hypericum olympicum), Μορίνα η περσική (Morina persica), Μελιττίδα η μελισόφυλλη (Melititis melissophylum), Δακτυλίτιδα η λεία (Digitalis laevigata).
Στην αλπική ζώνη βρίσκουμε τον ανοιξιάτικο Κρόκο του χιονιού (Crocus sieberi subsp. nivalis), το χωρίς βλαστό Βερμπάσκο το άκαυλο (Verbascum acaule), την Παρονυχία την ελληνική (Paronychia albanica subsp. graeca), το Όνοσμα το λεπτανθές (Onosma leptanhta), τη Βιόλα του Σφήκα (Viola sfikasiana) και πολλά άλλα ενδημικά.
Αν και μερικά σπάνια φυτά ανθίζουν το φθινόπωρο, όπως ο Γάλανθος της βασίλισσας Όλγας και πολλοί κρόκοι, η καλύτερη εποχή για περιήγηση στον Ταΰγετο είναι η άνοιξη και ο Ιούνιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου