Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Εισαγωγή στην Αρχιτεκτονική Τοπίου



Frederick Low
Olmsted

Τις τελευταίες δεκαετίες άρχισε στην Ελλάδα να γίνεται γνωστή μια νέα επιστήμη, η επιστήμη της Αρχιτεκτονικής Τοπίου. Ως εισαγωγή και ως ερέθισμα προς αυτούς που ασχολούνται και ενδιαφέρονται για την Αρχιτεκτονική Τοπίου θα λέγαμε, ότι  είναι η τέχνη και η επιστήμη, η οποία αξιολογώντας και αναλύοντας φυσικούς, οικολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες ασχολείται με την προγραμματισμένη και ορθολογιστική  σχεδίαση εξωτερικών χώρων κάθε μεγέθους και συνδυάζει ταυτόχρονα τη λειτουργικότητα και αισθητική για την καλύτερη χρήση τους από τον άνθρωπο. Δηλαδή πρόκειται για την επιστήμη,  η οποία λαμβάνοντας υπ’ όψη διάφορους παράγοντες και αρχές ασχολείται με τη σχεδίαση και τη διαμόρφωση ή ανάπλαση διάφορου μεγέθους και είδους εξωτερικών χώρων. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα εφαρμογής του ορισμού της Αρχιτεκτονικής Τοπίου είναι και το περίφημο Central Park της Νέας Υόρκης, το οποίο δημιουργήθηκε από τον Frederick Low Olmsted1 το 1863.

                Για να φτάσουμε, όμως, στη δημιουργία τέτοιων χώρων υπήρξε μια σταδιακή εξέλιξη των πραγμάτων ανά τους αιώνες. Πρώτη γνωστή επέμβαση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον ήταν η κατασκευή τεχνητών λόφων στην κοιλάδα του Τίγρη και του Ευφράτη από τους Σουμέριους (τρεις χιλιετηρίδες π.χ.). Στη συνέχεια από τους Βαβυλώνιους είχαμε τη δημιουργία των περίφημων Κρεμαστών Κήπων (600 π.χ.), ενώ από τους Αιγύπτιους είχαμε, για πρώτη φορά, την τιθάσευση της οργιώδους βλάστησης με την κατασκευή πλατιών λεωφόρων πλαισιωμένων με δενδροστοιχίες και αγάλματα. Η προσφορά των Αρχαίων Ελλήνων στον τομέα αυτό ήταν μικρότερη, αφού σημείο αναφοράς γι’ αυτούς ήταν ο άνθρωπος και οι τέχνες, όπως είναι η αρχιτεκτονική, η γλυπτική κ.λ.π. Συνέπεια αυτού και σε συνδυασμό φυσικά με τη θαυμαστή ανάπτυξη της ελληνικής σκέψης, το ελληνικό τοπίο με την απίστευτη καθαρότητα, απλότητα και ποικιλία που το διακρίνει κατάφερε να μείνει ανόθευτο από τις ανθρώπινες επιδράσεις. Η κορύφωση της κηποτεχνίας2 παρατηρήθηκε την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όταν για πρώτη φορά εμφανίστηκε το φαινόμενο της μετακίνησης των ανθρώπων στα προάστια των πόλεων με την κατασκευή εντυπωσιακών επαύλεων. Την εποχή αυτή πρωτοεμφανίζεται και το κλάδευμα σε διάφορα σχήματα των καλλωπιστικών φυτών.
 
          Γενικά η πρόοδος της Αρχιτεκτονικής Τοπίου εξαρτήθηκε από τις ανάγκες και τις απαιτήσεις κάθε εποχής. Για παράδειγμα την εποχή του Μεσαίωνα οι χώροι πρασίνου είχαν χρησιμοθηρική λειτουργία, λόγω της επικρατούσας οικονομικής κρίσης, στην Αναγέννηση είχαμε την επιστροφή στον ανθρώπινο ιδεαλισμό, που συνοδευόταν από την υποταγή της φύσης στην κοινωνία(αρχιτεκτονικός κήπος) και την αισθητική ποιότητα διαβίωσης (εμφάνιση χώρων περιπάτου, πλατειών και δενδροστοιχιών), ενώ το 19ο αιώνα και αφού είχαν διαμορφωθεί οι τάσεις και οι βασικές αρχές της ανάπτυξης των χώρων πρασίνου, φτάσαμε στους πρώτους αρχιτέκτονες τοπίου και την ίδρυση της Αμερικανικής Εταιρείας Αρχιτεκτονικής Τοπίου (A.S.L.A.- 1899).
 
          Η αλληλουχία αυτών των τάσεων ανά τους αιώνες έφερε την πλήρη ανάπτυξη της Αρχιτεκτονικής Τοπίου κατά τον 20ο αιώνα, η οποία σήμερα προσφέρει ευρύτατα πεδία εφαρμογών και δυνατοτήτων. Ο αρχιτέκτονας τοπίου είναι σε θέση να ασχοληθεί  με τη δημιουργία τεχνητού τοπίου κάθε κλίμακας. Μερικά έργα μικρής κλίμακας μπορεί να είναι κήποι κατοικιών και σχολείων, παιδικές χαρές, πεζόδρομοι, διάφοροι χώροι πρασίνου (πάρκα εντός των πόλεων, αρχαιολογικά πάρκα κ.α.), ενώ μεγάλης κλίμακας έργα είναι τουριστικές μονάδες, οικισμοί πόλεων και προαστίων, εθνικοί δρυμοί, χώροι τέλεσης διαφόρων εκθέσεων (διεθνών, τοπικών κ.λ.π.), πανεπιστημιουπόλεων κ.λ.π. Στα έργα μεγάλης κλίμακας, λόγω του χαρακτήρα αυτών, τίθενται διάφορα επιστημονικά θέματα, πέραν αυτών της  Αρχιτεκτονικής Τοπίου. Έτσι ο αρχιτέκτονας τοπίου απαιτείται να συνεργαστεί με επιστήμονες που εξειδικεύονται σ΄ αυτά. Αυτοί είναι οι αρχιτέκτονες, οι πολιτικοί μηχανικοί, οι τοπογράφοι, οι οικολόγοι και οι κοινωνιολόγοι ή ψυχολόγοι και η άριστη συνεργασία τους μ’ αυτόν συντελεί στην επιτυχία του έργου, τόσο από κατασκευαστικής άποψης, όσο από την πλευρά της αποδοχής των ενδιαφερομένων ανθρώπων.
 
          Ο ειδικός, λοιπόν, που αναλαμβάνει να μελετήσει και στη συνέχεια να κατασκευάσει ένα εξωτερικό χώρο (π.χ. ένα χώρο πρασίνου εντός της πόλης, τον περιβάλλοντα χώρο μιας αγροικίας κ. λ. π.) προσπαθεί να εντοπίσει την καταλληλότερη λύση. Στο μυαλό του μπορεί να έρθουν πολλές και διαφορετικές λύσεις, αλλά στην πράξη μόνο μια θα είναι η πιο ουσιαστική. Η συγκεκριμένη σχεδίαση και διαμόρφωση που θα επιλέξει αυτός θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να απαντά πειστικά στα τυχόν ερωτήματα που θα γεννιούνται. Ερωτήματα όπως: σε ποιο χώρο της υπό διαμόρφωσης περιοχής θα κτιστεί η οικία, ποια είδη φυτών θα χρησιμοποιηθούν στη συγκεκριμένη περιοχή με το συγκεκριμένο κλίμα και έδαφος, ποια είναι η πιο ειδυλλιακή τοποθεσία και ποια η πιο υπήνεμη, ποια υλικά επένδυσης θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στις σκληρές επιφάνειες ( πεζούλες, διάδρομοι κ. λ. π.), ποιας μορφής και ύφους θα είναι τα επιλεγμένα φωτιστικά σώματα και πλήθος άλλων τέτοιων θεωρητικών και πρακτικών ερωτημάτων πρέπει να βρίσκουν τις αντίστοιχες απαντήσεις. Όλα, λοιπόν, θα πρέπει να έχουν ένα σκοπό και μια λογική. Κάθετι που θα δημιουργείται και θα παίρνει τη θέση του μέσα στο χώρο πρέπει να έχει μια εξήγηση, μια αιτία. Απάντηση πρέπει να υπάρχει και στην πιο μικρή λεπτομέρεια.
 
          Η  Αρχιτεκτονική Τοπίου, λοιπόν, απαιτεί από τον ειδικό να έχει την αυστηρότητα του τεχνοκράτη και τη ματιά και την καλλιέργεια του καλλιτέχνη. Ο συνδυασμός των απόλυτων μαθηματικών και της φιλοκαλίας προς τις τέχνες ορίζει την ευρύτητα και την οντότητα του ειδικού. Οπωσδήποτε η ακρίβεια στη σχεδίαση, τους υπολογισμούς και τις μετρήσεις τόσο επί χάρτου όσο και επί του αληθούς χώρου οφείλει να είναι αδιάπταιστη. Παράλληλα η εισαγωγή ιδεών ζωγραφικής, γλυπτικής και φωτογραφίας στο χώρο θεωρείται απαραίτητη για να προσδώσει την πνευματική και καλλιτεχνική διάσταση στη δημιουργία. Η αρμονία του απόλυτου και του καλαίσθητου στην ψυχή του  αρχιτέκτονα τοπίου είναι το ζύγι που κλίνει προς την επίτευξη του λειτουργικά ορθού και του αισθητικά θελκτικού έργου. Μένει μόνο η σύμμειξη της φύσεως.
 
Γενική άποψη της πλατείας Victoria στο Μπέρμιγχαμ. Η δημιουργία έργων
σαν αυτό της φωτογραφίας αποτελεί αντικείμενο του αρχιτέκτονα τοπίου. Η πολυπλοκότητα των στοιχείων που ενυπάρχουν σ’ ένα τέτοιο έργο, φανερώνει
το επίπεδο των γνώσεων που πρέπει να έχει ο εν λόγω επιστήμονας.

του Νικολάου Ηλ. Λεφούση
γεωπόνου - αρχ. τοπίου

 
1.    Σήμερα θεωρείται ο πατέρας της  Αρχιτεκτονικής Τοπίου, όχι μόνο για το πληθωρικό ταλέντο και την τελειότητα των έργων του, αλλά και γιατί πρώτος εισήγαγε τον όρο «αρχιτέκτονας τοπίου»
2.    Ο όρος «κηποτεχνία» πρέπει να διαχωριστεί από τον όρο «Αρχιτεκτονική Τοπίου». Ο «κήπος» αναφέρεται σε κλειστούς και περιορισμένης έκτασης, χώρους, ως επί το πλείστον, ιδιωτικής έκτασης  που εφαρμόζεται πυκνή φύτευση. Συνέπεια είναι, να μη δίνεται στον ειδικό, λόγω του χαρακτήρα της έκτασης, η δυνατότητα  να αναπτύξει τη φαντασία και τη γνώση του, ενώ το «τοπίο» αναφέρεται σε χώρους ανοιχτούς, ελεύθερους, ποικίλης μορφής εδάφους και βλάστησης, με δυνατότητα εύκολης πρόσβασης και χρήσης από τους ανθρώπους. Στη δεύτερη περίπτωση, γνώση, φαντασία αλλά και τα εργαλεία (όχι μόνο τα φυτικά) του ειδικού, μπορούν να οδηγήσουν σε εξαιρετικές δημιουργίες, αφού ο ελεύθερος χαρακτήρας της έκτασης, μπορεί να τον παρασύρει  σε ελευθερία κινήσεων και επιλογών.

 
*Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Μαγνησία»  της πρώην
Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης της Μαγνησίας.
(τεύχος 5- Νοέμβριος 2005)


φωτογραφία: από το βιβλίο urban spaces II (urban parks)
            πηγή: http://naturahellas.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου