Μια χρυσοφόρος καλλιέργεια και ένα σπουδαίο προϊόν, …που δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει οι Έλληνες
Ο ανταγωνισμός τρίτων χωρών και κυρίως από το Περού, αλλά και η μεγάλη αύξηση της παραγωγής στη Γερμανία, όπου σε ποσοστό 80% εξάγεται το ελληνικό σπαράγγι, είχε σαν αποτέλεσμα η καλλιέργεια στη χώρα μας να υποστεί μεγάλο πλήγμα τα προηγούμενα χρόνια. Σ’ αυτό συνέβαλλαν και οι άσχημες για το σπαράγγι κλιματολογικές συνθήκες, καθώς επικράτησαν θερμοί χειμώνες και πολλές βροχές την άνοιξη, κάτι που σαν αποτέλεσμα είχε την πρόωρη εγκατάλειψη σε μεγάλες εκτάσεις. Ωστόσο, χάρη στη συστηματική δουλειά των συνεταιρισμών που έχουν επενδύσει στην καλλιέργεια και κυρίως της σύμπραξης της Ένωσης Συνεταιρισμών Καβάλας, της «ΑΓΙΑΣΜΑ Α.Ε.», του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κοινής Γεωργικής Εκμετάλλευσης Τυχερού, του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κοινής Γεωργικής Εκμετάλλευσης Κομάρων και του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ν. Αιτωλοακαρνανίας «ΑΧΕΛΩΟΣ», που υλοποιούν και το τριετές πρόγραμμα «Ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης Σπαραγγιού στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε. (Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία)», τα σημάδια ανάκαμψης είναι πλέον ορατά. Και η αισιοδοξία, για το μέλλον του σπαραγγιού στην Ελλάδα, μεγάλη.
Η αρχή
Η καλλιέργεια ξεκίνησε συστηματικά στις αρχές της δεκαετίας του ’80, στην περιοχή των Γιαννιτσών και σήμερα μειώθηκε σε περίπου 20.000 στρέμματα σε Πέλλα, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, όπως και Αιτωλοακαρνανία, κυρίως από συνεταιρισμένους παραγωγούς. Το ελληνικό σπαράγγι ουσιαστικά στο σύνολό του εξάγεται στο εξωτερικό, με πρώτη αγορά τη γερμανική, όπως προαναφέραμε, ενώ ακολουθούν Γαλλία και Ιταλία. Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, στη διεθνή κατάταξη έχει την 16η θέση, ενώ πρώτη είναι η Κίνα με το 86% της παγκόσμιας παραγωγής. «Στόχος μας είναι να ανέβουμε στη διεθνή κατάταξη, να αυξήσουμε την εγχώρια παραγωγή σπαραγγιού και να συμβάλλουμε έτι περεταίρω στο ισοζύγιο της χώρας», σημειώνει ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού ΑΧΕΛΩΟΣ κ. Θωμάς Κουτσουπιάς στο «Agricola», συμπληρώνοντας: «Τα περιθώρια υπάρχουν. Από τη στιγμή που για να καλυφθούν οι ανάγκες κατανάλωσης στην Ευρώπη χρειάζεται να γίνουν εισαγωγές από τρίτες χώρες, τόσο σε φρέσκο όσο και σε μεταποιημένο σπαράγγι, εναπόκειται στις δικές μας ενέργειες το εάν και κατά πόσο θα καταφέρουμε να καλύψουμε το σύνολο ή μέρος του κενού που υπάρχει».
Ανάγκη ενημέρωσης
Βασική προϋπόθεση για αυτό, σύμφωνα πάντα με τον κ. Κουτσουπιά, είναι η ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού και των επαγγελματιών του χώρου για το φρέσκο ευρωπαϊκό σπαράγγι και τα διατροφικά, γαστρονομικά και οικονομικά οφέλη, που απορρέουν από την κατανάλωσή του. Φυσικά, η όλη προσπάθεια εκτείνεται, τα τελευταία χρόνια, στο να γνωρίσει και να αγαπήσει και ο Έλληνας καταναλωτής το σπαράγγι: «Σήμερα, μόλις το 2-3% της εγχώριας παραγωγής διατίθεται στην εσωτερική αγορά. Νομίζω πως αν οι καταναλωτές γνωρίσουν το σπαράγγι, αν σωστά ενημερωθούν, το ποσοστό αυτό εύκολα θα εκτοξευθεί σε διψήφιο νούμερο. Άλλωστε, το δικό μας σπαράγγι, εκτός απ’ τα μεγάλα οφέλη στον οργανισμό, έχει πολύ καλή γεύση. Και δεν είναι τυχαίο που πολλοί δεν μπορούν να το διακρίνουν απ’ το άγριο σπαράγγι», τονίζει ο κ. Κουτσουπιάς, εστιάζοντας και στο θέμα του αθέμιτου, όπως επισημαίνει, ανταγωνισμού από το Περού: «Δυστυχώς, παρά τις όποιες ασφαλιστικές δικλείδες έχει θεσπίσει η Ε.Ε., το εισαγόμενο σπαράγγι από το Περού φτάνει ως “φρέσκο” στον καταναλωτή, παρά το γεγονός ότι μπορεί να έχουν παρέλθει 30 και 40 μέρες μέχρι να φτάσει από αυτή τη χώρα πέραν του Ατλαντικού». Το ήμερο ευρωπαϊκό σπαράγγι, αυτό που καλλιεργείται στη χώρα μας, χαρακτηρίζεται από την ποιότητα της υφής και της γεύσης του, που του προσδίδουν το ήπιο μεσογειακό κλίμα και η ευφορία των ελληνικών εδαφών. Περιοχές μείζονος σημασίας για την καλλιέργεια του ελληνικού σπαραγγιού είναι η Καβάλα, ο Έβρος και η Αιτωλοακαρνανία. Πρόκειται για ένα γεωργικό προϊόν υψηλής διατροφικής, γευστικής αλλά και οικονομικής αξίας. Η δε μεταποίησή του γίνεται με αυστηρές προδιαγραφές, σε πρωτοποριακό τεχνολογικό εξοπλισμό συσκευαστηρίων. Φυσικά, μιλάμε για πιστοποιημένο προϊόν, σε πλήρη εναρμόνιση με τις πλέον αυστηρές ευρωπαϊκές οδηγίες».
Προοπτικές και κόστος καλλιέργειας
Φέτος, η συνολική εγχώρια παραγωγή αναμένεται να κυμανθεί κοντά στους 10.000 τόνους. Φυσικά, οι προοπτικές για τα χρόνια που ακολουθούν είναι πιο αισιόδοξες, αυτό, όμως, θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και κυρίως από τις κλιματολογικές συνθήκες που θα επικρατήσουν, εκτιμά ο κ. Κουτσουπιάς. «Κινήσεις, πάντως, όπως αυτές του Α.Σ. ΑΧΕΛΩΟΣ, ο οποίος στράφηκε, ύστερα από δοκιμές σε πιλοτικούς αγρούς που έδωσαν θετικά αποτελέσματα, στο πράσινο και βιολογικό σπαράγγι, επιτρέπουν την αισιοδοξία για το μέλλον της καλλιέργειας, αφού σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι καταναλωτές προτιμούν το πράσινο σπαράγγι. Ανοίγονται έτσι και νέες αγορές», συμπληρωνει. Σημειώνουμε, τέλος, ότι το κόστος παραγωγής στο σπαράγγι είναι περί το 1,2 ευρώ/κιλό, κυρίως επειδή απαιτούνται πολλά εργατικά. Ανάλογο είναι, ωστόσο και το κέρδος για τους καλλιεργητές, αφού η τιμή παραγωγού είναι περί τα 2,5 ευρώ/κιλό. Πρόκειται, συνεπώς, για μια εξαιρετικά αποδοτική καλλιέργεια και από οικονομικής άποψης.
Για περισσότερες πληροφορίες στον σύνδεσμο: http://www.e-ea.gr/2016/03/%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%cf%8c-%cf%83%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%ac%ce%b3%ce%b3%ce%b9/
Για περισσότερες πληροφορίες στον σύνδεσμο: http://www.e-ea.gr/2016/03/%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%cf%8c-%cf%83%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%ac%ce%b3%ce%b3%ce%b9/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου